Το WordReference δεν έχει τη δυνατότητα να μεταφράσει αυτή τη φράση, μπορείτε όμως να κάνετε κλικ σε κάθε λέξη για να δείτε τη σημασία της:

butterfly weed


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο butterfly παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: weed

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
butterfly n (insect) (έντομο)πεταλούδα ουσ θηλ
 Can you see the beautiful butterfly?
 Βλέπεις την ωραία πεταλούδα;
butterfly n (swimming stroke)πεταλούδα ουσ θηλ
 Her favourite stroke is the butterfly.
 Το αγαπημένο της στυλ είναι η πεταλούδα.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.
Επιπλέον μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
butterfly n figurative (frivolous person)επιπόλαιος, ασταθής επίθ
  άστατος χαρακτήρας επίθ + ουσ αρσ
  (μτφ, ευφημισμός: γυναίκα)πεταλουδίτσα, μελισσούλα ουσ θηλ
 He's a butterfly, always flitting from partner to partner.
butterfly n as adj (culinary: split open and spread) (μεταφορικά)ανοιγμένος μτχ πρκ
 I coat the butterfly leg of lamb with mustard and garlic, then roast it slowly.
butterfly [sth] vtr (culinary: split open and spread) (μαγειρική)κόβω κτ σε πεταλούδα έκφρ
  ανοίγω κτ σε πεταλούδα έκφρ
 First, you need to butterfly the chicken breast.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
butterfly effect (cumulative effect)το φαινόμενο της πεταλούδας φρ ως ουσ ουδ
butterfly garden n (outdoor area for butterflies)κήπος με πεταλούδες περίφρ
 Butterfly gardens are planted with flowers that attract the insects.
butterfly net n (for catching butterflies)απόχη για πεταλούδες ουσ θηλ
 Jan ran through the field with a butterfly net in hopes of catching a swallowtail.
monarch butterfly n (butterfly with orange-and-black wings)πεταλούδα μονάρχης φρ ως ουσ θηλ
nymphalid n (butterfly of Nymphalidae family)νυμφαλίδα ουσ θηλ
owl butterfly n (insect with owl-like markings on wings) (ζωολογία)είδος πεταλούδας με μεγάλα οπτικά στίγματα που μοιάζουν με μάτια κουκουβάγιας
  πεταλούδα του γένους «Caligo»
Σχόλιο: Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος. Το συγκεκριμένο είδος απαντάται στα τροπικά δάση του Μεξικού και της κεντρικής και νότιας Αμερικής.
skipper butterfly n (type of butterfly)πεταλούδα της οικογένειας Hesperiidae
 A skipper butterfly landed on the flower.
social butterfly n figurative, informal (sociable person)κοινωνικό άτομο επίθ + ουσ ουδ
 She was a social butterfly, talking to everyone at the party.
 Ήταν πολύ κοινωνικό άτομο και μιλούσε με όλους στο πάρτυ.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση butterfly weed στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «butterfly weed».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!